5873c8c8fffaf6690cfa6f0d82fa3669_XL

Αν και δεν υπάρχει επίσημος ορισμός για την «πολεμική οικονομία», θα μπορούσε να ειπωθεί πως χαρακτηριστικό γνώρισμά της αποτελεί η αξιοποίηση πόρων, κατασκευαστικών δυνατοτήτων και εργατικού δυναμικού για την υποστήριξη της στρατιωτικής προετοιμασίας και παραγωγής για την περίπτωση – ή κατά τη διάρκεια – ενός πολέμου.
Η πλέον προφανής οικονομική αλλαγή είναι η μετατόπιση που παρατηρείται στη βιομηχανική παραγωγή, η οποία στρέφεται από τα καταναλωτικά αγαθά στα όπλα, τα πυρομαχικά ή άλλου είδους στρατιωτικούς εξοπλισμούς.
Δεδομένων αυτών, αλλά και του γεγονότος ότι η ανάπτυξη σύγχρονων στρατιωτικών τεχνολογιών, εξοπλισμών και όπλων απαιτεί μεγάλες επενδύσεις, παρατηρείται ως αποτέλεσμα μία πιο συγκεντρωτική κυβερνητική διαχείριση και έλεγχος των εμπλεκόμενων βιομηχανιών και της κατανομής των διαθέσιμων πόρων. Έτσι, οι κυβερνήσεις μπορούν να θέσουν τις δικές τους προτεραιότητες και να κατευθύνουν τις πρώτες ύλες στην παραγωγή πολεμικών προϊόντων.

Ποιος επωφελείται από μία πολεμική οικονομία;

Σε μία πολεμική οικονομία όλα τα στοιχεία της κοινωνίας ανακατευθύνονται προς την υπεράσπιση της χώρας.
Και αυτό έχει υψηλό κόστος – που συνεπάγεται μεταξύ άλλων και σημαντική αύξηση των κρατικών δαπανών, η οποία με τη σειρά της μπορεί να οδηγήσει σε αυξανόμενο δανεισμό, πληθωρισμό, υψηλότερους φόρους και μείωση των δαπανών για την κοινωνική πρόνοια.
Ο Άρμιν Στάινμπαχ από τη δεξαμενή σκέψης Bruegel των Βρυξελλών αναφέρει πως οι επιχειρήσεις που ειδικεύονται στη στρατιωτική βιομηχανία, τις ψηφιακές και ιατροφαρμακευτικές τεχνολογίες είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι σε μία πολεμική οικονομία. «Η στροφή σε μία πολεμική οικονομία μπορεί να αποτελέσει καταλυτικό παράγοντα για τις επιστημονικές και τεχνολογικές καινοτομίες», εξηγεί ο ειδικός στην DW. Και οι τεχνολογικές εξελίξεις μπορούν να αξιοποιηθούν στη συνέχεια και από άλλες βιομηχανίες.

Η μετάβαση σε μία πολεμική οικονομία


Η μετάβαση σε μία πολεμική οικονομία μπορεί να γίνει είτε ταχύτατα είτε αργά και σταδιακά, αναλόγως των συνθηκών.
Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Γερμανία είχε το πλεονέκτημα, καθώς σχεδίαζε για καιρό τις στρατιωτικές της ενέργειες. Οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλοι σύμμαχοι, αντιθέτως, κλήθηκαν να ανταποκριθούν άμεσα στις νέες συνθήκες.
Σε παρόμοια κατάσταση βρίσκονται σήμερα η Ρωσία και η Ουκρανία. Η πρώτη έχει αυξήσει σημαντικά τις στρατιωτικές της δαπάνες, έχει εντείνει την παραγωγή στρατιωτικών προϊόντων και έχει εφαρμόσει κεφαλαιακούς ελέγχους, με στόχο την επιβράδυνση των κεφαλαίων που φεύγουν από τη χώρα για το εξωτερικό. Ο πληθωρισμός έχει ανέβει και η κυβέρνηση έχει αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες, προκειμένου να στηρίξει την πολιτική οικονομία.
Η πιο φτωχή Ουκρανία είναι σε πολύ πιο δύσκολη θέση. Απ’ όταν ξεκίνησε η ρωσική εισβολή, η Ουκρανία μάχεται για την επιβίωσή της και χρειάστηκε να επενδύσει πολύ περισσότερα χρήματα στην πολεμική της προσπάθεια. Σήμερα η Ουκρανία ξοδεύει το 58% του προϋπολογισμού της σε στρατιωτικές δαπάνες, όπως επισημαίνει ο Στάινμπαχ.
Όπως και η Ρωσία, η Ουκρανία έχει κινητοποιήσει ανθρώπινο δυναμικό για τη στήριξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων και κατόπιν κυβερνητικής εντολής πολλά εργοστάσια ασχολούνται πλέον με την παραγωγή όπλων και πυρομαχικών.

www.enoplois.gr

About Author