Η θήρα αποτελεί αναμφίβολα μια αρχέγονη ανθρώπινη δραστηριότητα που διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο κατά την εξελικτική πορεία του ανθρώπινου είδους. Παρότι δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονική στιγμή κατά την οποία άρχισε η θηρευτική δραστηριότητα, είναι βέβαιο ότι συνέβη κατά τους προϊστορικούς χρόνους και από κάποιους ερευνητές τοποθετείται στην αρχή της περιόδου των παγετώνων.

Είναι επίσης βέβαιο ότι ο προϊστορικός άνθρωπος προσπαθώντας να βελτιώσει την θηρευτική αποτελεσματικότητα με σκοπό την επαρκή κάλυψη των αναγκών του σε κρέας, δέρματα, οστά για κατασκευή εργαλείων κλπ, ενεπλάκη σε μια αργή, πλην διαρκή πορεία ανάπτυξης τόσο των πνευματικών ικανοτήτων όσο και των κοινωνικών του χαρακτηριστικών ώστε αφενός μεν να συνεργάζεται αποτελεσματικά με τα άλλα μέλη της ομάδας, αφετέρου δε να κατασκευάζει έξυπνα μελετημένες παγίδες, να αναγνωρίζει τα διάφορα είδη θηραμάτων και να αναπτύξει ιδιαίτερες μεθόδους καταδίωξης για το κάθε ένα ξεχωριστά.

Ασφαλώς, η κοινωνική και διανοητική εξέλιξη του ανθρώπου συνδιαμορφώθηκε από ένα σύμπλοκο παραγόντων όμως, κατά γενική αποδοχή, η θήρα ήταν ένας από αυτούς και μάλιστα διόλου υποδεέστερος.

Ενδεικτικό της σημασίας που οι ίδιοι οι πρόγονοί μας απέδιδαν στη θήρα αποτελεί το γεγονός ότι στις βραχογραφίες των σπηλαίων το κυνήγι και η άγρια πανίδα εν γένει αποτελούσαν προσφιλές θέμα. Εκείνη τη μακρινή εποχή, το κυνήγι ασκούνταν με απόλυτη ελευθερία υποκείμενο σε περιορισμούς που πήγαζαν από τις περιορισμένες δυνατότητες του ανθρώπου όσον αφορά στην καταδίωξη, θανάτωση, συντήρηση και μεταφορά των νεκρών άγριων ζώων.

Κατά τους ιστορικούς χρόνους, στην αρχαία Ελλάδα, το κυνήγι έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης όπως φανερώνει πλειάδα αναφορών από γνωστούς συγγραφείς της εποχής όπως ο Όμηρος, ο Πλάτων, ο Ξενοφών και άλλοι.

Παρόλα αυτά η αρχαία Ελλάδα ήταν χώρα κυρίως αγροτική και το κυνήγι για τους Έλληνες αποτελούσε δευτερεύουσα οικονομική δραστηριότητα και θεωρούνταν, χωρίς βέβαια να παραβλέπονται τα υλικά αποτελέσματά του, κυρίως ως δραστηριότητα των ανδρείων και μάλιστα με υψηλή παιδευτική αξία.

Στην ίδια χρονική περίοδο εντοπίζονται και ορισμένοι περιορισμοί αναφορικά προς τη θηρευτική δραστηριότητα που εκφράζονται ως αυστηρές απαγορεύσεις της θήρας εντός των ιερών αλσών, παραβίαση των οποίων επέσυρε βαρύτατες ποινές για τους παραβάτες.

Ενδεικτική ωστόσο, είναι η παραίνεση του Ξενοφώντα προς του κυνηγούς που λέγει ότι ο σωστός κυνηγός αφήνει τα νεογέννητα στη θεά (εννοείται η θεά Άρτεμις). Η παραίνεση εδράζεται επί του σεβασμού που έτρεφαν οι αρχαίοι Έλληνες προς τους θεούς αλλά ταυτόχρονα έχει σαφές φιλοπεριβαλλοντικό περιεχόμενο καθώς συνιστά άτυπο κανόνα αυτοπεριορισμού που εκφράζεται ως αποχή από τη θανάτωση νεογέννητων με προφανή οφέλη ως προς την διατήρηση των πληθυσμών των ειδών.

Η μεταβολή των περί θήρας αντιλήψεων κατά τρόπο ώστε το κυνήγι έπαψε να θεωρείται δραστηριότητας που αποσκοπεί στην προσπόριση υλικών αγαθών και μεταπήδησε σε μια ανώτερη κατηγορία ανθρώπινων ενασχολήσεων, μοιραία αποτέλεσε τη βάση για τις πρώτες συζητήσεις ως προς τις ενδεδειγμένες μορφές και τα μέσα άσκησης αυτού, προς το σκοπό της αποκόμισης του μέγιστου δυνατού οφέλους που όμως πλέον δεν είναι υλικό αλλά ψυχοσωματικό.

Χαρακτηριστική είναι η διάσταση απόψεων μεταξύ Ξενοφώντα και Πλάτωνα με τον μεν πρώτο να υποστηρίζει την χρήση δικτύων και εν γένει παγίδων ως μέσων θήρας και τον δεύτερο, να απορρίπτει το κυνήγι με παγίδες διότι με τα μέσα τούτα η νίκη είναι αποτέλεσμα ΔΟΛΟΥ και όχι φιλόπονης ψυχής, με αποτέλεσμα να στερείται ΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ.

Κατά τον Πλάτωνα, ένας μόνο τρόπος κυνηγίου υπάρχει για τους ανδρείους ήτοι να καταδιώκουν το θήραμα με την βοήθεια αλόγων ή σκυλιών και να το συλλαμβάνουν οι ίδιοι με χτυπήματα ή βολές.

Δείτε ΕΔΩ και στηρίξτε τις ελεύθερες φωνές του διαδικτύου!

About Author