Επιστημονική ονομασία: Dicentrarchus labrax
Υψηλότερη κατηγορία ταξινόμησης: Δικέντραρχος
Το λαβράκι είναι ψάρι της οικογένειας των Μορονίδων, που απαντάται στην Μεσόγειο και στις ακτές του βορειοανατολικού Ατλαντικού.
Πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι δε μπορούν να ψαρέψουν επειδή δεν έχουν την παραμικρή ιδέα για αυτό το ιδιαίτερα δημοφιλές κατά τ’άλλα hobby.
Κι όμως!
Το ψάρεμα είναι μία χαλαρωτική ευχάριστη ασχολία με την οποία μπορεί να καταπιαστεί ο καθένας, αρκεί να σέβεται τις οικολογικές επιταγές που αφορούν την προστασία του πληθυσμού προσταυτευόμενων ειδών.
Αν η η διαδικασία εκμάθησης του ψαρέματος είναι η μισή… αρχοντιά, η άλλη μισή είναι η τσιπούρα στη σχάρα…
Ας μη βιαζόμαστε, όμως, και ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους. Προαπαιτούνται κάποια απλά βήματα για να εντοπίσουμε το στόχο μας, να εξοπλιστούμε κατάλληλα και να στοχεύσουμε διάνα! Ποια είναι αυτά;
Εντοπίστε το!
Για να πάμε για ψάρεμα πρέπει πρώτα να ξέρουμε πού θα βρούμε τα ψάρια που θέλουμε. Ναι, τα ψάρια πάνε όπου έχει νερό, αρκετή τροφή, οξυγόνο και κάλυψη. Δεν ζούνε όμως όλα τα ψάρια στα ίδια νερά. Υπάρχουν συγκεκριμένες συνθήκες που μπορούν να επηρεάσουν τη βιωσιμότητά τους, όπως ποσότητα αλατιού, ποσότητα οξυγόνου, είδος και ποσότητα τροφής, θερμοκρασία νερού, περιοχές κάλυψης (για να κρύβονται), περιοχές αναπαραγωγής.
Έτσι, για παράδειγμα, η αθερίνα είναι αφρόψαρο γι’αυτό ψαρεύεται και με απόχη που εντοπίζεται όμως και σε βαθύτερα νερά, ενώ όταν γυαλίζει συνήθως κοιμάται. Ο κέφαλος, από τα πρώτα ψάρια των ερασιτεχνών, βρίσκεται σε λιμάνια και αμμουδιές και συχνά γλύφει το δόλωμα και το αφήνει.
Οι δράκαινες βρίσκονται σε βαθύτερα νερά και αφθονούν στις ελληνικές θάλασσες. Τα μελανούρια «κυκλοφορούν» σε αμμουδερούς βυθούς, ενώ οι σαργοί και οι τσιπούρες σε βραχώδεις βυθούς. Το λαβράκι πάλι το βρίσκουμε παντού.
Καβαλήστε το… καλάμι
Το πρώτο μας βήμα στο να μάθουμε να ψαρεύουμε είναι να προμηθευτούμε τον κατάλληλο εξοπλισμό. Υπάρχουν πολλά σύνεργα ψαρέματος που χωρίζονται σε κατηγορίες ανάλογα με τη χρήση τους. Για τα πρώτα μας βήματα, όμως, δεν χρειάζεται να μπλεχτούμε με πολύπλοκα και ενδεχομένως επικίνδυνα εργαλεία.
Το βασικότερο όλων είναι το καλάμι. Το καλάμι μας μπορεί να είναι φτιαγμένο από καλαμιά, μπαμπού ή ένα ευθύ κλαδί δέντρου. Δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσουμε τσικρίκι (που μοιάζει με κουβαρίστρα) με το καλάμι. Κόβουμε ένα κομμάτι πετονιάς, μήκους όσο το καλάμι, δένουμε την πετονιά στην άκρη του και στην άκρη της πετονιάς δένουμε το γάντζο. Πάνω από το γάντζο δένουμε ένα βαρίδι. Με το βαρίδι μπορούμε εύκολα να ταλαντεύσουμε την πετονιά και να κρατήσουμε το δόλωμα (ψωμοτύρι, σκουλίκι, πεταλίδα) κάτω από την επιφάνεια του νερού.
Μπορούμε επίσης να χρησιμοποιήσουμε έναν φελλό και να τον δέσουμε στο ύψος της πετονιάς που επιθυμούμε, ανάλογα με το βάθος που θέλουμε να φτάνει. Με ένα απλό καλάμι και πετονιά μπορούμε να φτάσουμε τα ψάρια που βρίσκονται στα σχετικά ρηχά νερά μιας όχθης.
Κάπως πιο «επαγγελματικά» βέβαια είναι τα καλάμια με τσικρίκι (κουβαρίστρα), που μας βοηθούν να τινάξουμε την πετονιά ακόμα μακρύτερα και να στοχεύσουμε έτσι σε ψάρια των βαθύτερων νερών. Υπάρχουν διάφορα είδη τέτοιων καλαμιών, ανάλογα με τις δυνατότητες του τσικρικιού.
Οι βασικές κατηγορίες τους είναι: μουλινέ (για ελαφρύτερα καλάμια), συρτής (συνήθως μηχανικά, για ψάρεμα στα πολύ βαθιά), απίκο (για βραχώδεις ακτές) και flyfishing (για ευκολότερο πέταγμα της πετονιάς, αλλά αρκετά δύσκολο να χρησιμοποιηθούν από πρωτάρηδες).
Δεν περιορίζονται όμως μόνο σε αυτά τα χαρακτηριστικά. Τα καλάμια ψαρέματος μπορούν να διαφοροποιούνται ανάλογα με το μήκος τους, το βάρος τους, το είδος του ψαριού που έχουν σχεδιαστεί για να πιάνουν, με το αν είναι χειροποίητα ή βιομηχανικά κ.α. Σημαντικό σε κάθε περίπτωση είναι να είναι σωστά στο ζύγισμα, έτσι ώστε να μην βαραίνουν πολύ το χέρι του ψαρά.
Γραπώστε το!
Αφού πήραμε το καλάμι μας, μπορούμε τώρα να σπεύσουμε στις ακτές και να στοχεύσουμε για τα καλύτερα ψάρια. Αυτό θα το καταφέρουμε με τρία απλά βήματα:
1. Δολώστε το. Αυτό σημαίνει: Κάνουμε το ψάρι να τσιμπήσει στο δόλωμα και κατά συνέπεια στο γάντζο. Βασικό στοιχείο είναι ο γάντζος να είναι ιδιαίτερα αιχμηρός. Πετάμε, λοιπόν, την πετονιά με δύναμη έτσι ώστε να εισχωρήσει ακαριαία στο νερό. Προσπαθούμε να μην κάνουμε τη συγκεκριμένη κίνηση πολλές φορές γιατί το πιθανότερο είναι πως και το δόλωμα θα χάσουμε και ψάρι δε θα πιάσουμε.
2. Δώστε τη μάχη σας ενάντια στο ψάρι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι μόλις πιάσουμε το ψάρι, αυτό θα κάνει τα αδύνατα δυνατά για να μας ξεφύγει. Θα πηδάει, θα τινάζεται, θα προσπαθήσει να επιστρέψει στα νερά του. Κάθε είδος ψαριού προσπαθεί να ξεφύγει με τον δικό του τρόπο. Τα ψάρια των ρηχών νερών, για παράδειγμα, γίνονται πολύ πιο έξαλλα όταν αγκιστρωθούν από τα ψάρια των ωκεανών. Δεν… ψαρώνουμε, όμως. Τυλίγουμε γρήγορα την πετονιά χαμηλώνοντας το καλάμι μέχρι να οριζοντιωθεί και να στοχεύει στο ψάρι. Μετά σταματάμε να τυλίγουμε και αργά-αργά σηκώνουμε το καλάμι μέχρι να πάρει σχεδόν -αλλά όχι τελείως- κάθετη κλίση. Επαναλαμβάνουμε τις ίδιες κινήσεις μέχρι να προσγειώσουμε το ψάρι στη στεριά. Προσοχή: Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χαλαρώσει η πετονιά.
3. Γειώστε το! Το ψάρι μπορεί να προσγειωθεί είτε με το χέρι ή με ειδικά εργαλεία, όπως μία απόχη. Ένας συνήθης τρόπος, επίσης, είναι να τραβήξουμε το ψάρι στη στεριά. Το κατευθύνουμε, δηλαδή, σε πολύ ρηχά νερά έχοντάς το γυρισμένο στη μία του πλευρά. Ενώ το νερό λιγοστεύει πιάνουμε γρήγορα το ψάρι και το βγάζουμε έξω. Η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους: Το καθαρίζουμε καλά και… ετοιμάζουμε την ψησταριά μας!
Με αυτές τις λίγες και απλές συμβουλές, και με πολλές ακόμα αναλυτικότερες στα σχετικά links, σας παροτρύνουμε να ασχοληθείτε με μία από τις πλέον αγαπημένες ασχολίες του καλοκαιριού και σας ευχόμαστε καλή τύχη